Ο αμφιβληστροειδής είναι ένας λεπτός χιτώνας στο πίσω μέρος του οφθαλμού (παίζει τον ρόλο φωτογραφικού φιλμ για την αποτύπωση των οπτικών πληροφοριών). Η ωχρά κηλίδα είναι το κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδή, ένα λεπτό στρώμα φωτοευαίσθητων νευρικών κυττάρων και ινών. Η ωχρά είναι το σημείο στο οποίο εστιάζεται το φως όταν κοιτούμε ένα αντικείμενο, υπεύθυνη για την ευκρινή όραση (λεπτομέρειες των αντικειμένων), καθώς και για την αντίληψη των χρωμάτων. 

Παράγοντες κινδύνου:
  1. γήρανση
  2. κάπνισμα
  3. κληρονομικότητα
  4. υπεριώσης ακτινοβολία (έκθεση στον ήλιο)
  5. παχυσαρκία

Συμπτώματα:

  1. θολή όραση
  2. κεντρικό σκότωμα (ο ασθενής βλέπει μόνιμα ένα σκοτεινό σημείο στο κέντρο)
  3. μεταμορφοψία (παραμορφωμένη όραση)
  4. μείωση ευαισθησίας αντίθεσης (contrast sensitivity)
  5. μείωση οπτικής οξύτητας (visual acuity)

Μορφές ΗΕΩ

Δύο είναι οι βασικές μορφές ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς (ΗΕΩ):

  1. ξηρή μορφή (γνωστή και ως μη εξιδρωματική ή ατροφική μορφή): Η μορφή που ουσιαστικά είναι περισσότερο διαδεδομένη, όμως λιγότερο επικίνδυνη. Προκαλείται από γήρανση, λέπτυνση και ατροφία της ωχράς κηλίδας. Τα συμπτώματα είναι ‘κενά’ ή σκοτώματα στην κεντρική όραση. Αν και δεν υπάρχουν φαρμακευτικές ή χειρουργικές θεραπείες για αυτή την μορφή ΗΕΩ (εκτός από κάποια ειδικά συμπληρώματα διατροφής), τα οπτικά βοηθήματα όπως οι μεγεθυντικοί φακοί, μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα αυτά να εκμεταλλευτούν την περιφερική τους όραση και να διαχειριστούν καλύτερα την καθημερινή τους ζωή
  2. υγρή μορφή (γνωστή και ως εξιδρωματική μορφή): αν και λιγότερο συχνή, η υγρή (εξιδρωματική) μορφή ΗΕΩ είναι υπεύθυνη για το 90% των περιπτώσεων σοβαρής απώλειας στην όραση. Η υγρή ΗΕΩ ονομάζεται έτσι, γιατί χαρακτηρίζεται από την δημιουργία παθολογικών χοριοειδικών αγγείων (νεοαγγείων), κάτω από την ωχρά. Τα νεοαγγεία αυτά είναι γενικώς κακής ποιότητας και εύθραυστα, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαρροή υγρών και αίματος. Αυτή η διαρροή δημιουργεί αλλοιώσεις, οι οποίες καταστρέφουν τα φωτοευαίσθητα κύτταρα της ωχράς και έχουν σαν τελικό αποτέλεσμα την ουλοποίηση της περιοχής και την απώλεια της κεντρικής όρασης. Από τα πρώτα συμπτώματα που παρουσιάζονται στον πάσχοντα, στα αρχικά στάδια της υγρής ΗΕΩ, είναι οι μεταμορφοψίες και η θολή όραση. Ευθείες γραμμές παρουσιάζονται παραμορφωμένες, καμπύλες ή μπερδεμένες μεταξύ τους

Αντιμετώπιση ξηρής ΗΕΩ


Πως αντιμετωπίζεται η ξηρή (μη εξιδρωματική) ΗΕΩ;
  1. υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή
  2. συμπληρώματα διατροφής (βιταμίνες C, E, ιχνοστοιχεία, ψευδάργυρος) επιβραδύνουν την εξέλιξη της πάθησης)
  3. ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης
  4. γυμναστική
  5. ελάττωση του καπνίσματος

Αντιμετώπιση υγρής ΗΕΩ


Πως αντιμετωπίζεται η υγρή (εξιδρωματική) ΗΕΩ;

Υπάρχουν σήμερα διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για την αντιμετώπιση της υγρής ΗΕΩ σε επιλεγμένα περιστατικά.

  1. φωτοπηξία με laser: με ειδικό laser υψηλής έντασης, που προκαλεί θερμότητα η οποία καίει και καταστρέφει τα παθολογικά νεοαγγεία, περιορίζεται η εξέλιξη της νόσου. Το αποτέλεσμα είναι ένα μικρό σκότωμα στο οπτικό πεδίο, που όμως συνήθως είναι πολύ λιγότερο σοβαρό από την απώλεια οράσεως που θα υπήρχε σε περίπτωση που δεν εφαρμοζόταν η φωτοπηξία
  2. φωτοδυναμική θεραπεία: με μια φωτοευαίσθητη ουσία, τη Verteporfin (Visudyne CIBAVision), που χορηγείται ενδοφλέβια, κατακρατείται εκλεκτικά από τα παθολογικά νεοαγγεία και ενεργοποιείται με ειδικό laser (που δεν παράγει θερμότητα και δεν καίει τον αμφιβληστροειδή). Όταν ενεργοποιηθεί, προκαλεί θρόμβωση, απόφραξη και καταστροφή των νεοαγγείων, χωρίς να επηρεάζει τον παρακείμενο ιστό, περιορίζοντας έτσι την εξέλιξη της νόσου
  3. ενδουαλοειδική έγχυση: η τελευταία εξέλιξη στην αντιμετώπιση της υγρής μορφής. Πρόκειται για μια ένεση στο εσωτερικό του ματιού, έγχυση ειδικού φαρμάκου που αναστέλλει τη δράση του παράγοντα VEGF. O παράγοντας VEGF (Vascular Endothelial Growth Factor), ευνοεί την ανάπτυξη των παθολογικών, μη φυσιολογικών αγγείων, δηλαδή των νεοαγγείων. Τα κυριότερα από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι το Lucentis (Ranibijumab) και το Avastin (Bevacijumab). Η έγχυση (ένεση) γίνεται με τοπική νάρκωση και σε συνθήκες αποστείρωσης, σε ειδικά εξοπλισμένο άσηπτο χειρουργείο. Η όλη διαδικασία είναι ανώδυνη, σύντομη και δεν χρειάζεται παραμονή σε νοσοκοεμείο ή κλινική. Περίπου ένα μήνα μετά, ο γιατρός θα εκτιμήσει το αποτέλεσμα της θεραπείας. Συνήθως, οι περισσότεροι ασθενείς χρειάζονται από μία ένεση το μήνα, τους τρεις πρώτους μήνες και μετά μία έως τρεις ακόμα ενέσεις, τους επόμενους εννιά μήνες. Πιθανώς να χρειαστεί συνδυασμός με φωτοδυναμική θεραπεία ή και με έγχυση κορτιζόνης, ανάλογα με την εκτίμηση του ιατρού, για τη μείωση της διάρκειας και την καλύτερη αποτελεσματικότητα της θεραπείας.